5.9.11

Μάκης Βοϊτσίδης: Ένας αληθινός Δημοσιογράφος!



Είναι ελάχιστες οι δημοσιογραφικές πένες που συνδυάζουν τόσο πολύ την κοφτερή λογική και την δριμεία αυτοκριτική. Σπάνια μπορεί κανείς να συναντήσει  πια, στην ελληνική δημοσιογραφική πραγματικότητα, μια προσωπικότητα σαν τον Μάκη Βοϊτσίδη. Πρόεδρος της ΕΣΗΕΜΘ, αρθρογραφεί εδώ και χρόνια στον «Αγγελιοφόρο» της Θεσσαλονίκης και αποτελεί μια πραγματική όαση στους πονηρούς καιρούς που διάγουμε αλλά και στον χώρο των ελληνικών ΜΜΕ. Προσέξτε τα άρθρα του, αξίζουν πραγματικά!



ΓΝΩΜΕΣ
Αντάρτικα στη «Δόμνα»
Μάκης Βοϊτσίδης


Προσπαθώ να βρω τι κοινό έχουν οι γνωστοί μου που περνούν μια βόλτα ή ξημεροβραδιάζονται γύρω από το Λευκό Πύργο. Δεν ξέρω καν αν όλοι αυτοπροσδιορίζονται ως «αγανακτισμένοι», αλλά, έτσι κι αλλιώς, σημασία δεν έχει τι πιστεύουν οι ίδιοι. Τους προσδιορίζουν εκείνοι που ανέλαβαν να τους εκπροσωπήσουν, έστω και διαβεβαιώνοντας ότι δεν τους εκπροσωπούν. Ομολογώ, δεν τα καταφέρνω. Κάποιοι είναι παιδιά φίλων μου που κάτι σπούδασαν και τώρα μοιράζουν μάταια βιογραφικά. Αισθάνονται επαγγελματικά αποκλεισμένοι και τα βάζουν με τη δική μου γενιά που φόρτωσε τη δική τους με χρέη, γιατί θεώρησε «κεκτημένο» το δικαίωμα στη μεζονέτα, στο εξοχικό, στο 4x4 και στα τετραήμερα shopping therapy στο Λονδίνο. Γελάμε όταν τους διηγούμαι ότι το ‘75 οι πατεράδες τους τραγουδούσαν αντάρτικα στη «Δόμνα». Δυο, τρεις είναι φαρμακοποιοί που αισθάνονται ότι η τρόικα απειλεί το βρέξει, χιονίσει 35% ποσοστό κέρδους τους και νοσταλγούν τα ωραία χρόνια που δεν υπήρχε ηλεκτρονική συνταγογράφηση και η σπατάλη των φαρμάκων περνούσε από τα χέρια τους. Αλλοι δυο, τρεις είναι συνταξιούχοι του ΟΤΕ, πενηντάρηδες, που πήραν γύρω στις 120 χιλιάδες εφάπαξ, αλλά τώρα δε συμφωνούν με τις μειώσεις των συντάξεων. Ενας, δύο είναι εργάτες σε εργοστάσιο, που ξυπνούσαν στις πέντε και επέστρεφαν στο σπίτι σχεδόν νύχτα, δούλεψαν κανονικά ώς τα 65, αλλά βλέπουν να κόβεται και η δική τους σύνταξη, εξίσου με της γειτόνισσάς τους που δούλευε νηπιαγωγός και, με αναρρωτικές επί αναρρωτικών και διακοπές επί διακοπών, είχε ξεχάσει πού βρίσκεται το νηπιαγωγείο. Περιστασιακά, περνούν από την πλατεία κάποιοι αγρότες που διπλοτριπλοζύγιζαν το βαμβάκι για να εισπράττουν επιδοτήσεις και εμφάνιζαν παραμυθένιες ζημιές σε παραμυθένιες καλλιέργειες για να τσεπώσουν αποζημιώσεις. Και κάποιοι που απλώς τους αρέσει η ατμόσφαιρα και κάνουν χάζι παρακολουθώντας τις συζητήσεις και τρώγοντας «μαλλί της γριάς».
Στις πλατείες υπάρχει θυμός και «θυμός», όπως παντού στην ελληνική κοινωνία. Ανθρωποι που αισθάνονται ότι δεν ευθύνονται για το γκρεμοτσάκισμα της οικονομίας και άνθρωποι που παριστάνουν ότι δεν ευθύνονται και κρέμονται από τα χείλη των λαϊκατζήδων της πρωινής τηλεόρασης. Κόσμος που αγωνιά να βγει η χώρα από την κρίση και κόσμος που προτιμά να διαλυθούν τα πάντα, αν είναι να διατηρήσει τα προνόμιά του -έστω και με πληθωριστικό χρήμα. Και σίγουρα υπάρχει κόσμος που τρομάζει βλέποντας το φασισμό όσων μουντζώνουν τη Βουλή. Ακόμη περισσότερο, το φασισμό εκείνων που τους επαινούν, παριστάνοντας τους «προοδευτικούς».

Πηγή: εφημερίδα «Αγγελιοφόρος», 12 Ιουνίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=97325




ΓΝΩΜΕΣ
Με αλατοπίπερο
Μάκης Βοϊτσίδης


To «όχι» δε σημαίνει τίποτε όσο δε συνοδεύεται από πρόταση. Ρητά ή σιωπηρά. Λέω «όχι» επειδή θέλω να παραμείνουν τα πράγματα ως έχουν. Ή λέω «όχι» επειδή σκέφτομαι να κάνω κάτι άλλο. Ακόμη και ν’ αυτοκτονήσω.
Κάπου στο τέλος αυτού του σχήματος, βρίσκεται το ελληνικό ψυχογράφημα. Στο δημόσιο διάλογο έχουμε πολλά ηχηρά «όχι» και λίγα ανεπαίσθητα «ναι». Ακόμη χειρότερα έχουμε μισαλλοδοξία. Οποιος λέει «όχι» στο μνημόνιο, θεωρείται «αγωνιστής». Οποιος λέει «ναι», αυθωρεί κατατάσσεται στους «προδότες». Της «εργατικής τάξης» αν η κριτική γίνεται από αριστερά, του «έθνους» εάν η κριτική γίνεται από δεξιά, της «εργατικής τάξης και του έθνους» εάν η κριτική γίνεται από αριστεροδέξια – πράγμα που κατά κανόνα συμβαίνει. Μέσα στο περιβάλλον αυτής της μισαλλοδοξίας που ευλογούν τα ιερατεία του τηλεοπτικού λαϊκισμού, θεωρείται περιττό να ερωτηθούν τα «όχι» τι υπάρχει στη συνέχεια της σκέψης τους.
Αλήθεια, τι υπάρχει; Οποιος και αν ευθύνεται που τα πράγματα έφτασαν ώς εδώ, σίγουρο είναι ότι έφτασαν. Να συζητήσουμε μέρες και νύχτες αν ευθύνονται μόνο τα κόμματα εξουσίας που μοίραζαν το κομματικό κράτος; Αν ευθύνονται και τα μικρά κόμματα που υποστήριζαν τα πιο παράλογα αιτήματα παροχών; Αν ευθύνεται το μέρος της κοινωνίας που μέσα από αυτήν τη λεηλασία του δημόσιου χρήματος αισθανόταν ότι μετείχε στη νομή της εξουσίας; Να συζητήσουμε. Να βάλουμε κάτω το φαινόμενο των «Αγανακτισμένων» και να δούμε αν τόσο πολλοί «αθώοι» προέκυψαν από παρθενογένεση; Να το βάλουμε. Να αποφασίσουμε ότι «δε χρωστάμε, δεν πληρώνουμε, δεν πουλάμε», όπως λένε τα πανό στις πλατείες; Να το αποφασίσουμε.
Αλλά προηγουμένως πρέπει ν’ απαντήσουμε σε ακόμη πιο επιτακτικά ερωτήματα. Θα μείνουμε κρεμασμένοι από ένα μοντέλο που, μεταξύ σοβαρού και αστείου, θεωρείται η τελευταία σοβιετική οικονομία στην Ευρώπη; Θα περιορίσουμε το λειτουργικό κόστος του δημόσιου τομέα; Θα πτωχεύσουμε; Θα επιστρέψουμε στη δραχμή; Και αν ναι, τι σημαίνει αυτό για την καθημερινή ζωή; Οχι του «μεγάλου κεφαλαίου» που, άλλωστε, έχει στείλει τις καταθέσεις στις τράπεζες του Λίχτενσταϊν. Αλλά της μεσαίας τάξης που σήμερα πανικοβάλλεται στην ιδέα ότι το βιοτικό επίπεδό της υποβιβάζεται, χωρίς να ξέρει ότι υπάρχουν πολύ χειρότερα.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις, κανείς δεν τολμά να περιγράψει, έστω και σε περίγραμμα, πώς φαντάζεται την επόμενη μέρα. Και γι’ αυτό, ακόμη πιο κατάλληλη από την «ανευθυνότητα», είναι η λέξη «υποκρισία». Εστω και με μπόλικο «αγωνιστικό» αλατοπίπερο.

Πηγή: εφημερίδα «Αγγελιοφόρος», 17 Ιουνίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=98028




ΓΝΩΜΕΣ
Χοντρός - Λιγνός
Μάκης Βοϊτσίδης


Eάν πράγματι η Κερατέα υπήρξε προπόνηση για το Σύνταγμα, όπως διαβεβαιώνει ο υπουργός Δημόσιας Τάξης, το γνωρίζουν καλύτερα εκείνοι που έχουν ιδέα από επιχειρησιακά σχέδια. Σίγουρα, πάντως, στην Κερατέα αποδείχθηκε, με τρόπο που δεν μπορούσε να γίνει σαφέστερος, ότι στην Ελλάδα δεν αποφασίζουν ούτε η εκτελεστική ούτε η νομοθετική ούτε η δικαστική εξουσία. Αποφασίζουν οι κουκουλοφόροι, οι ομάδες συμφερόντων και οι μόνιμοι θεωρητικοί της δογματικής «προοδευτικότητας».

Ενα έργο, που εξασφάλισε χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ενωση, συνοδεύτηκε από μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων, εγκρίθηκε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, πέρασε από τα σαράντα κύματα του δικαστικού ελέγχου και ήταν απαραίτητο για τη μισή Αττική, εντέλει εγκαταλείφθηκε, επειδή τη μία μέρα κάποιοι έσκαβαν τάφρους στο δρόμο, την επομένη κατέστρεφαν μηχανήματα και τη μεθεπομένη παραλίγο να έκαιγαν ζωντανά τα παιδιά ενός αστυνομικού. Το χειρότερο είναι ότι η άνευ όρων παράδοση της Πολιτείας παρουσιάστηκε ως «ανακωχή» και σχεδόν επιτυχία. Το γραφικό, ότι ο μητροπολίτης της περιοχής ευλογούσε τους τραμπούκους. Το καιροσκοπικό, ότι μαζί του συμφωνούσε ο Τσίπρας. Το επικίνδυνο, ότι ο κοινωνικός τσαμπουκάς δικαιολογήθηκε με επίκληση του ακροτελεύτιου άρθρου του Συντάγματος. Το υποκριτικό, ότι έγινε τόσος λόγος για το περιβάλλον, σε μια περιοχή όπου χτίστηκαν τα μισά αυθαίρετα της Αττικής χωρίς να ενοχληθούν ούτε οι φορείς της περιοχής ούτε οι ευαίσθητοι ακτιβιστές ούτε η τοπική αυτοδιοίκηση. Και το κωμικό, ότι λέγε, λέγε, κοντεύουμε να πιστέψουμε ότι στην Ελλάδα υπάρχει κρατική καταστολή. Σαν να λέμε… Χοντρός - Λιγνός στη Λεγεώνα των Ξένων.
Η Κερατέα αποτελεί επιτομή της παθογένειας της ελληνικής κοινωνίας. Αποτυπώνει τη λατρεία και εντέλει τη δικαίωση της αυθαιρεσίας σε μία χώρα που κινδυνεύει να γίνει μη κυβερνήσιμη. Πέντε άνθρωποι μπορούν να αποκλείουν την είσοδο ενός ξενοδοχείου χωρίς να δίνουν λογαριασμό. Πενήντα εμποδίζουν τον απόπλου των πλοίων και αποκλείουν τα νησιά του Αιγαίου. Εκατό εισβάλλουν στο μετρό, καταστρέφουν τα μηχανήματα και αξιώνουν κανένας να μην πληρώνει πουθενά. Τριακόσιοι κατασκηνώνουν στη Νομική και ζητούν να νομιμοποιηθούν «εδώ και τώρα» όσοι μετανάστες περνούν τα σύνορα της χώρας. Πεντακόσιοι καίνε το κέντρο της Αθήνας και από πάνω ζητούν τα ρέστα. Η ΓΕΝΟΠ - ΔΕΗ αγνοεί τις δικαστικές αποφάσεις, αλλά συνεχίζει να χρηματοδοτείται από τους φορολογουμένους. Και όσοι αναρωτιούνται μήπως κάτι δεν πάει καλά βγαίνουν στην αναφορά απολογούμενοι…

Πηγή: εφημερίδα «Αγγελιοφόρος», 1 Ιουλίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=100349




ΓΝΩΜΕΣ
Εξαγωγή παραδείγματος
Μάκης Βοϊτσίδης


Επειδή το «εντιμόμετρο» δεν ανακαλύφθηκε ακόμη, η κριτική για την πολιτική ας γίνεται με όρους πολιτικής. Οχι ηθικής, πολύ περισσότερο πατριωτισμού ή προδοσίας. Το πάνω καφενείο μπορεί να συμφωνεί ότι οι 155 βουλευτές που ψήφισαν το μεσοπρόθεσμο απέτρεψαν την πτώχευση της χώρας και το κάτω καφενείο να συμπεραίνει ότι οι 155 έκαναν το κακό χειρότερο. Εδώ, όμως, χαράσσεται η γραμμή. Καθετί περισσότερο, πατά πρώτα στο έδαφος της ανευθυνότητας και αμέσως μετά, της μισαλοδοξίας. Από εκεί, ο φασισμός απέχει ένα βήμα.
Η συνταγή δοκιμάστηκε με επιτυχία στα πανεπιστήμια. Μικρές και μικρότερες μειοψηφίες πρώτα αποδίδουν στον εαυτό τους το φωτοστέφανο της «προοδευτικότητας» και μετά επιβάλλουν τους κανόνες τους. Ποια ελεύθερη διακίνηση ιδεών; Υπάρχει ελεύθερη διακίνηση ιδεών στο ελληνικό πανεπιστήμιο; Μπορείς να πεις την άποψή σου χωρίς κίνδυνο να εισβάλουν πενήντα «αγανακτισμένοι» που θα σε βρίσουν, θα σε προπηλακίσουν και ενδεχομένως θα σε χτυπήσουν με καδρόνια; Ο νομπελίστας Τζέιμς Γουότσον, όπως δεκάδες άλλοι, μπορεί να διηγηθεί πολύ ενδιαφέροντα πράγματα για την εμπειρία του με τους κουκουλοφόρους στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας. Ποιοι ασκούν την πραγματική εξουσία στο ελληνικό πανεπιστήμιο το γνωρίζουν και τα τραπεζάκια στο κυλικείο της Νομικής - και σίγουρα δεν είναι ούτε οι πρυτάνεις ούτε τα πρυτανικά συμβούλια. Οι πρυτάνεις και τα πρυτανικά συμβούλια, όταν δε συμφωνούν με τους πενήντα, «χτίζονται» μέσα στα γραφεία τους.
Αυτό, λοιπόν, που χρόνια εκκολάφθηκε στα πανεπιστήμια, δοκιμάζεται πλέον σε ευρύτερη κλίμακα. Οποιος επικαλείται «αγωνιστικότητα» και «αγανάκτηση», αποκτά και το δικαίωμα να αξιώνει να καεί η Βουλή ή να βιαιοπραγεί σε βάρος βουλευτών. Ποιος είναι ο ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ σ΄ αυτήν την ιστορία μικρή σημασία έχει. Πιθανώς κανένας, αλλά εδώ ισχύει το «καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά τ’ όνομα». Και στο ΣΥΡΙΖΑ το όνομα βγήκε το Δεκέμβρη του 2008, όταν οι κουκουλοφόροι έκαιγαν την Αθήνα αλλά ο Αλαβάνος εκστασιαζόταν με τη «μεγαλειώδη εξέγερση των νέων» και από το στόμα των βουλευτών του κόμματος η λέξη «αποδοκιμάζουμε» δεν έβγαινε ούτε με το τσιγκέλι. Τώρα, το «αποδοκιμάζουμε» βγαίνει χωρίς τσιγκέλι, αλλά όταν δεν μπαίνει εκεί η τελεία και αρχίζει το «…όμως αυτός ο κόσμος έχει και τους λόγους του», η μπάλα φεύγει πάνω από τη μάντρα. Στο μεταξύ, ο φασισμός επελαύνει, αλλάζοντας χρώμα, όπως βολεύει στην περίσταση. Και κάποιοι παριστάνουν ότι δεν τον βλέπουν γιατί δεν έχουν καμιά αντίρρηση με το φασισμό. Μόνο με το χρώμα του.

Πηγή: εφημερίδα «Αγγελιοφόρος», 6 Ιουλίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=101060




ΓΝΩΜΕΣ
Κατενάτσιο
Μάκης Βοϊτσίδης


Μέσες - άκρες, καταλαβαίνει κανείς γιατί διαμαρτύρονται οι ιδιοκτήτες ταξί. Πρώτον, οι περισσότεροι πλήρωσαν μια περιουσία για την άδεια που τώρα γίνεται αέρας κοπανιστός. Και δεύτερον, συμφώνησαν με τον Ρέππα για μεταβατική περίοδο και τώρα ο Ραγκούσης κάνει πως δεν καταλαβαίνει. Αλλά ιδιοκτήτης ταξί που να επιμένει ότι τίποτε δεν πρέπει ν’ αλλάξει, δεν έχει ακόμη εμφανιστεί στους τηλεοπτικούς δέκτες. Και αφού δεν τον ανακάλυψε η τηλεόραση, για να τον περιφέρει από πρωινάδικο της γκρίνιας σε πρωινάδικο της κλάψας, πιθανώς δεν υπάρχει.
Αντίθετα, με τους πρυτάνεις τα πράγματα είναι απλούστερα. Εχουν πεισθεί ότι τίποτε δεν πρέπει ν’ αλλάξει στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Ακριβώς γι’ αυτό, δύσκολα μπορεί κανείς να καταλάβει γιατί τόση προετοιμασία για Ανένδοτους. Για τα συγγράματα που δεν θα διανέμονται δωρεάν; Αυτός, μάλιστα, είναι λόγος. Για τις ταχύρρυθμες σπουδές; Και αυτός, επίσης, μολονότι η ευρωπαϊκή εμπειρία δίνει αρκετά αντεπιχειρήματα. Αλλά τα υπόλοιπα; Γιατί οι πρυτανικές αρχές πρέπει οπωσδήποτε να εκλέγονται μέσα από τις σημερινές διαδικασίες που ενισχύουν τη συναλλαγή με τις φοιτητικές, δηλαδή κομματικές νεολαίες και εν τέλει αποδυναμώνουν το κύρος του θεσμού; Γιατί ο πρύτανης δεν πρέπει να αναδεικνύεται με δημόσια προκήρυξη; Τι είναι δραματικό στην ιδέα να καταργηθούν οι «αιώνιοι φοιτητές»; Γιατί θεωρείται πλήγμα για την παιδεία η κατάργηση περιεφρειακών ιδρυμάτων που όλοι γνωρίζουν ότι δημιουργήθηκαν για να ικανοποιήσουν ανάγκες τοπικής ψηφοθηρίας; Παράλογο είναι να κρίνεται το διδακτικό προσωπικό; Και εν τέλει, γιατί το άσυλο πρέπει να αντιμετωπίζεται ως η «ιερή αγελάδα» της μεταπολίτευσης; Εάν πράγματι οι πανεπιστημιακές αρχές ενδιαφέρονταν να προστατεύσουν το θεσμό του ασύλου, έπρεπε να είχαν και την τόλμη να ασκήσουν τα καθήκοντά τους, έστω στις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις διάπραξης ποινικών αδικημάτων. Δεν το έκαναν. Φοβήθηκαν μήπως τους πλακώσουν οι κουκουλοφόροι με τα καδρόνια και κρύφτηκαν. Γιατί, λοιπόν, πρέπει η κοινωνία να συνεχίσει να τους εμπιστεύεται;
Εκείνο που ενδεχομένως δεν έχουν συνειδητοποιήσει όσοι πανεπιστημιακοί θεωρούν ότι τους εκφράζει το δογματικό «όχι» των πρυτάνεων, είναι ότι δεν βρισκόμαστε στο ‘78. Δεν υπάρχει περιθώριο για νεφέλες. Πολλά από εκείνα που τότε θεωρούνταν αντιπροτάσεις στο νόμο 815, θεσμοθετήθηκαν μεταγενέστερα, δοκιμάστηκαν και απέτυχαν. Οι πρυτάνεις προφανώς έχουν δικαίωμα και υποχρέωση να προστατεύσουν το δημόσιο πανεπιστήμιο. Εάν τους ικανοποιεί αυτό που υπάρχει σήμερα, να το πουν καθαρά. Αν όχι, να καταθέσουν προτάσεις μεταρρύθμισης. Αλλά η διαρκής άρνηση και το κατενάτσιο δεν οδηγούν πουθενά. Μόνο στην ακινησία.

Πηγή: εφημερίδα «Αγγελιοφόρος», 8 Ιουλίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=101450




ΓΝΩΜΕΣ
Ωραία, άδεια λόγια
Μάκης Βοϊτσίδης


Κάπως έτσι οι όροι έχασαν το νόημά τους. Στο όνομα του «κοινωνικού κράτους», το δημόσιο χρήμα έγινε φύλλο και φτερό. Στο όνομα της «δημόσιας ωφέλειας» συντηρήσαμε ΔΕΚΟ που δεν έχουν λόγο ύπαρξης και τώρα δεν ξέρουμε από πού ν’ αρχίσει το μπάλωμα. Στο όνομα του «ρόλου της μητέρας», αποκτήσαμε συνταξιούχους με δεκαπέντε χρόνια εργασίας και κρεμάσαμε το ασφαλιστικό σύστημα. Στο όνομα του «σεβασμού στον αγρότη», γεωργός έφτασε να σημαίνει «εκείνος που περιμένει στο καφενείο τις επιδοτήσεις από τις Βρυξέλλες» και σήμερα ψάχνουμε τι, επιτέλους, παράγει αυτή η χώρα. Στο όνομα της «φοιτητικής συμμετοχής στις διαδικασίες», για να εκλεγείς πρύτανης πρέπει να πάρεις την ευλογία των κομματικών νεολαιών. Και για να κορυφωθεί η στρέβλωση των εννοιών, στο όνομα του «ακαδημαϊκού ασύλου» έγιναν τα πανεπιστήμια οι μοναδικοί χώροι της ελληνικής επικράτειας όπου δεν μπορείς να μιλήσεις ελεύθερα -αν δεν γουστάρουν οι κουκουλοφόροι, σου ανοίγουν το κεφάλι με τα καδρόνια.
Σήμερα, η άρνηση κάθε αλλαγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κρύβεται πίσω από άλλη μια αθώα έννοια, το «δημόσιο πανεπιστήμιο». Το δημόσιο πανεπιστήμιο υπερασπίζονται οι πρυτάνεις, γι’ αυτό αρνούνται συνολικά το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας. Σε άλλες εποχές, το πρόταγμα έφτανε και περίσσευε ώστε η άρνηση να εξασφαλίσει κοινωνική υποστήριξη. Σήμερα, δεν σημαίνει απολύτως τίποτε, όσο δεν συνοδεύεται από τις στοιχειώδεις διευκρινίσεις. Και, πρωτίστως, την εξής μία: ποιο ακριβώς δημόσιο πανεπιστήμιο υπερασπίζονται οι πρυτάνεις; Αυτό που έχουμε σήμερα και που με θλίψη διαπιστώνει ο Τσίπρας ότι «δεν θα είναι πια αυτό που γνωρίσαμε;». Εδώ που τα λέμε, το ελληνικό δεν είναι και υπόδειγμα πανεπιστημίου. Και δεν το σώζουν, ούτε οι πολλοί, ευσυνείδητοι άνθρωποι οι οποίοι ακυρώνονται μέσα στη διοικητική δυσλειτουργία, το νεποτισμό, τη βία και την ευνοιοκρατία, ούτε οι σποραδικές διακρίσεις κάποιων σχολών. Το να βρίσκεται ένα γεωλογικό τμήμα κάπου κοντά στην εκατοστή θέση της παγκόσμιας κατάταξης, μπορεί να κρύβει πολλή δουλειά αλλά δεν διαμορφώνει κανόνα.
Εν πάση περιπτώσει, όμως, οι πρυτάνεις κάποτε πρέπει να μιλήσουν καθαρά. Τους αρέσει το πανεπιστήμιο που διοικούν; Αν ναι, ας το μάθουμε και οι υπόλοιποι. Αν όχι, οφείλουν όχι απλώς να κάνουν προτάσεις αλλά και να επαναστατήσουν για να το αλλάξουν. Προς το παρόν, πάντως, και με εξαίρεση κάποια μισόλογα κάποιων συνόδων, φαίνονται βολεμένοι μέσα στο σύστημα και το μόνο που διεκδικούν είναι η ακινησία και περισσότερα κονδύλια.

Πηγή: εφημερίδα «Αγγελιοφόρος», 15 Ιουλίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=102585




ΓΝΩΜΕΣ
Παπατζιλίκια
Μάκης Βοϊτσίδης


Εντέλει, ποια ακριβώς είναι η άλλη πρόταση για το ελληνικό χρέος; Η μοντέρνα έκδοση του Σαμουήλ στο Κούγκι. Να απειλήσουμε ότι θα ανατινάξουμε την πυριτιδαποθήκη και θα πάρουμε μαζί μας στην καταστροφή και όσο γίνεται περισσότερους «εχθρούς». Μόνο που αυτό δεν είναι πολιτική. Είναι παπατζιλίκι. Και, μάλιστα, υψηλού ρίσκου.
Κανένας σοβαρός πολιτικός που έχει την ευθύνη κρίσιμων αποφάσεων, όχι την πολυτέλεια του «λέμε και μια κουβέντα παραπάνω», δεν μπορεί να παίζει με τη φωτιά. Γιατί αν τα πράγματα ήταν τόσο απλά και η ελληνική πτώχευση αποτελούσε απειροελάχιστη πιθανότητα, οι κατά το λαϊκό τύπο «διεθνείς κερδοσκόποι» και οι «αετονύχηδες των αγορών» δε θα είχαν επενδύσει περιουσίες πάνω της. Γιατί η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη δεν είναι αυτονόητη και πουθενά οι ψηφοφόροι δεν ενθουσιάζονται με την ιδέα να πληρώσουν περισσότερους φόρους για χάρη των Ελλήνων. Γιατί μπορεί η Ευρώπη να βρέθηκε απροετοίμαστη και να μην προβλέπεται σαφής διαδικασία για απομπομπή μιας χώρας από το ευρώ, αλλά εάν η ιστορία ξεχειλώσει, ο τρόπος θα βρεθεί. Και, τέλος πάντων, ας πούμε ότι όλα αυτά τα ρίχνουμε σε μια ζαριά γιατί λαός τζογαδόρων είμαστε και ως αυθεντικοί τζογαδόροι δεν το έχουμε πολύ να παίξουμε στο μπαρμπούτι και το μέλλον των παιδιών μας. Αλλά ό,τι κάνουμε, ας το κάνουμε χωρίς προσχήματα. Το μπαταξιλίκι είναι μπαταξιλίκι. Ούτε αντίσταση ούτε ηρωισμός ούτε εθνική υπερηφάνεια. Πήξαμε από «ασυμβίβαστους» που μια χαρά έπαιξαν το παιχνίδι της μεταπολιτευτικής ευδαιμονίας, δεν έχουν ιδεολογική επιφύλαξη να συνεχίσουν να ζουν με δανεικά αλλά παριστάνουν ότι αγανακτούν επειδή η χώρα «τελεί υπό κατοχή». Σίγουροι, βεβαίως, ότι κάποιοι άλλοι θ΄ αναλάβουν το βάρος του «συμβιβασμού», οπότε εκείνοι θα συνεχίσουν να παριστάνουν τους «αγωνιστές».
Ξοδέψαμε πολλά χρόνια με συνθήματα ευκολίας αλλά κάποτε πρέπει να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά. Θέλουμε να μας διαγράψουν τα χρέη; Ναι, αλλά δεν είναι υποχρεωμένοι και να συνεχίσουν να μας δανείζουν. Θέλουμε και να μας σβήσουν τα χρέη, και να συνεχίσουν να μας δανείζουν; Ωραία αλλά δε γίνεται να μας δώσουν το νέο δάνειο χωρίς προϋποθέσεις για τη διαχείρισή του - γιατί όλοι ξέρουμε ότι θα γίνει φύλλο και φτερό. Θέλουμε να ρίξουμε την τρόικα στη θάλασσα; Ζηταμε αξιοπρεπώς να φύγει η Ελλάδα από τη ζώνη του ευρώ, όπου κανείς δε μας κρατάει με το ζόρι, και πορευόμαστε μόνοι με βάρκα την ελπίδα. Αλλά με καθαρές λύσεις και χωρίς υποκρισία.

Πηγή: εφημερίδα «Αγγελιοφόρος», 26 Ιουλίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=104220

Πηγή φωτογραφίας:
http://taxalia.blogspot.com/2010/05/blog-post_8867.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου