30.7.13

Μακροβούτι


ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΔΩΜΑΤΙΟΥ
Μακροβούτι
Μάριος Μάζαρης



Τις περισσότερες φορές κολυμπούσα δειλά. Χωρίς να ανοίγομαι πολύ, χωρίς να ξέρω αν η θάλασσα έχει κάποια σιγουριά να μου προσφέρει ή κάποια αγκαλιά να μου ανοίξει. Κολυμπούσα μέχρι εκεί που δε φοβόταν η μάνα μου πως θα πνιγώ, μέχρι εκεί που την ορατότητά της ικανοποιούσα και τη δική μου αυτοπεποίθηση έπνιγα. Το πνίξιμο είναι το μόνο εύκολο στις ζωές των ανθρώπων: άλλος πνίγει τα θέλω του, άλλος τα πρέπει του, άλλος τον εγωισμό, τα λάθη, τα συγγνώμη του. Με τα δυο χέρια κάτω απ’ το νερό, που δεν αφήνει αποτυπώματα και ίχνη από το έγκλημα. Αυτό που ζούμε είναι ό,τι περισσεύει από το πνίξιμο. Και το λέμε καθημερινότητα και τύψεις πού και πού. Οι καθημερινότητές μας μοιάζουν αρκετά. Όλοι έχουμε μια ορατότητα να ικανοποιήσουμε, μια θάλασσα να βουτήξουμε και μια δειλία να κρυφτούμε. Τις περισσότερες φορές κολυμπούσα δειλά. Γιατί έτσι είχα μάθει, γιατί με φόβιζαν με ιστορίες για ανθρώπους που ένα κύμα τους πήρε και δεν έμαθα ποτέ πού τους πήγε κι εγώ αυτός που έκλαιγα, ένας ανύπαρκτός τους συγγενής.

Η συγγένεια για μένα δεν ήταν ποτέ κληρονομική, μόνο τις παθήσεις μπορώ έτσι να χαρακτηρίζω. Η συγγένεια ήταν και είναι επίκτητη. Με όσα αγαπάς και δε σε πνίγουν. Με όσα δεν κουράζεσαι να συναντάς. Η θάλασσα είναι μια τέτοια συγγενής μου. Κι ας έχω πάντα τρακ απέναντί της. Είναι το τρακ του σεβασμού απέναντι σ’ αυτόν που υπολογίζεις. Αυτή η συγγένεια με δένει με τόσους άλλους ανθρώπους και το τρακ πολλαπλασιάζεται. Προτιμώ να πηγαίνω σε θάλασσες απόμερες, άδειες αν είναι δυνατόν, να κολυμπώ. Δίχως να πρέπει στα μάτια να δω πολλούς ανθρώπους, να πρέπει να αιτιολογήσω γιατί την αγαπώ. Ή να μη δω άλλον κανέναν, από μένα περισσότερο να το κάνει. Κι αυτό να είναι η κόντρα στην ανασφάλειά μου, το γεγονός ότι μόνος στην παραλία δε θα ΄χω κάποιον να φωνάξω για βοήθεια, αν χρειαστώ. Τις περισσότερες φορές πια που κολυμπώ, αναρωτιέμαι αν θα γίνω κι εγώ ιστορία στα χείλη κάποιου. Για τότε που κάπως με πήρε η θάλασσα και κάπου με παράτησε. Με αόριστες περιγραφές, για να μη λυθεί ποτέ το αίνιγμα αν αφέθηκα.

Πολλοί είναι πια οι άνθρωποι γύρω μου που έχουν αφεθεί. Σε μια στρεβλή πραγματικότητα, δίχως μια χαραμάδα φωτός, χαμόγελου ή αισιοδοξίας. Πολλοί που πνίγονται σε κουταλιές νερού και κουταλιές θαλάσσης. Ή θέλουν να πνίγονται, για να μπορούν να αιτιολογούν αυτή τους την απαισιοδοξία ή τη γκρίνια τους, για να μπορούν να ζητούν βοήθεια, όταν σε συνθήκες ξηράς κανείς δε θα πίστευε ότι την αξίζουν. Δεν είμαι σε θέση να ξεχωρίσω ποιοι είναι ποιοι, θα ήμουν κι εγώ αυστηρός και άδικος, όπως δε θα ήθελα και σε μένα εύκολα να φοράνε ταμπέλες. Ένα στοιχείο ακόμα που μου αρέσει στη θάλασσα είναι αυτό: ότι σε δέχεται δίχως ταμπέλες. Είτε λευκός, είτε ψηλός, είτε μπακάλης ή λεπρός, η θάλασσα δεν είναι εκεί για να σε κατηγοριοποιήσει. Οι κατηγορίες είναι των ανθρώπων προνόμιο. Όπως και το να χωρίζουν τη θάλασσα σε πλαζ επισήμων, σε ιδιωτική και δημόσια, σ’αυτή που θες εισιτήριο για το νερό που σε ξεπλένει και σε καταπίνει, που θες πορτοφόλι για να βαπτιστείς, να ποτιστείς, να ελευθερωθείς, χαρτονομίσματα για να ξαπλώσεις, όχι πάνω στην άμμο, αυτό από μόνο του θα έδειχνε υποταγή στη φύση και στο ελαφρύ χώμα της άμμου που μας σκεπάζει.

Πριν κάμποσα χρόνια, κατά τη διάρκεια διακοπών σε ένα πολυσύχναστο νησί, συνάντησα ένα γεροντάκι, που είχε ένα σπιτάκι χτισμένο πάνω σε έναν λόφο. Το σπιτάκι θα το έλεγα καλύτερα καλύβα και τον λόφο θα τον έλεγα γκρεμό. Έμαθα πως έχτισε μόνο του το σπίτι του, με όσα υλικά μπορούσε να συγκεντρώσει, και ξεκίνησε να μένει εκεί, πρώτα τους μήνες του καλοκαιριού, ύστερα προστέθηκαν της άνοιξης και του φθινοπώρου, και τέλος μπήκαν και του χειμώνα μέσα. Το σπίτι αυτό δεν είχε υδροδότηση και φυσικά ούτε ηλεκτροδότηση. Κι όμως το γεροντάκι το περιέγραφε σαν παλάτι. Δεν είχε ποτέ πια περάσει από τον νου του σκέψη να το εγκαταλείψει και να μείνει με άλλους συγγενείς, να έχει το νοιάξιμο, τη φροντίδα της άμεσης ανάγκης. Και δεν μπορούσες να λυπηθείς αυτόν τον άνθρωπο, γιατί η φωνή του έσταζε χαρά. Γιατί το βλέμμα του σε χόρταινε. Κι αν τον ακολουθούσες, σου έδειχνε το καμάρι του: τη θέα από την πίσω του αυλή. Η θάλασσα στα πόδια του. Όταν ήταν νεώτερος, μου είπε, έπεφτε για μπάνιο από 'κείνο ακριβώς το σημείο. Ένα μακροβούτι από ύψος τουλάχιστον 6-7 μέτρων. Τον ρώτησα αν φοβήθηκε ποτέ αυτές τις βουτιές. Τι να φοβηθώ, μου απάντησε. Η ίδια η ζωή με φοβίζει περισσότερο. Από κείνη τη συνάντησή μας έμαθα κι εγώ να φοβάμαι λιγότερο τη θάλασσα.

Δεν κολυμπούσα πια δειλά ή δεν το καταλάβαινα. Άρχισα να μπαίνω όλο και πιο μέσα στα νερά της και να πλάθω διαλόγους μαζί της. Δεν έδινε εύκολες απαντήσεις, ούτε είχα ποτέ την ψυχραιμία να δεχτώ τα δικά μου φταιξίματα. Ναι, η ζωή ήταν απείρως πιο δύσκολη. Ναι, η θάλασσα είναι απείρως πιο παρούσα απ’ ό, τι νομίζουμε. Συνεχίζοντας να μας παρατηρεί να πνιγόμαστε σε κουταλιές, σε δάκρυα, σε αναφιλητά, σε αυτοκτονίες, σε χρεωκοπίες, είναι εκεί και περιμένει. Να την αγκαλιάσουμε δε θα μπορέσουμε ποτέ, γιατί δεν έχουμε χέρια ούτε τον εαυτό μας ακόμα να αγκαλιάσουμε, γιατί δεν είμαστε σφουγγάρια ούτε για των διπλανών μας δάκρυα. Κάποιοι ενήλικες μας φόβισαν και σ’αυτό, να μη δενόμαστε. Το μόνο που θα μπορούσαμε να κάνουμε, θα ήταν να αφήσουμε να πλύνει από πάνω μας την πόλη. Κι αν θα το κάνουμε, να το κάνουμε αθόρυβα. Όπως αθόρυβα τα γεροντάκια του παρελθόντος φοβούνται τη ζωή που ζούμε εμείς οι επαναστάτες του καναπέ, του διαδικτύου και της 3G υπομονής.

υ.γ. η βάρκα της φωτογραφίας είναι αυτό που θέλει η θάλασσα τόσα χρόνια να μου πει. η ομορφιά είναι πάντα κάτι που φαίνεται απλό κι όμως αρχοντικό.


Από το εξαιρετικά ενδιαφέροντα τστότοπο intellectum, 30 Ιουλίου 2013
Κατηγορία: «Ανθρώπινες Σχέσεις, Διακοπές στην Πραγματικότητα, Θερμοκρασία Δωματίου»
http://www. intellectum. org/2013/07/30/room-temperature-swimming/

Μια απλή ζωή χωρίς κάτι περιττό

Σκηνή απο το ντοκιμαντέρ «Ο Μανάβης»



NEVERMIND
Μια απλή ζωή χωρίς κάτι περιττό.
Κάποιοι βιώνουν αυτό που προσποιούμαστε ότι ζούμε
Βαγγέλης Μακρής


Ακούω συχνά για τους «απλούς ανθρώπους της ελληνικής επαρχίας» και για τους Αθηναίους που άφησαν την πόλη για «έναν πιο απλό τρόπο ζωής» και από μέσα μου κουνάω το κεφάλι. Έχοντας ζήσει τα περισσότερα χρόνια της ζωή μου στην επαρχία και δουλεύοντας μάλιστα 6 χρόνια σε ένα ορεινό μέρος κατέληξα στο εξής: Ο απλός τρόπος ζωής των σημερινών ανθρώπων της επαρχίας είναι ένας μύθος. Ωραίος μύθος για να πουλάς γιαούρτια και γάλατα με ντεκόρ το (πραγματικά υπέροχο) φυσικό τοπίο. Όμως μύθος. Οι σημερινοί άνθρωποι της επαρχίας που γνώρισα εγώ (γιατί ο καθένας από εμάς μιλάει μέσα από την εμπειρία του και σίγουρα μπορεί εσύ που διαβάζεις κάτι άλλο να έχεις συναντήσει)είναι γεμάτοι με όλες τις νευρώσεις, όλα τα απωθημένα, όλες τις επιθυμίες, όλα τα υλιστικά θέλω που συνήθως τα αποδίδουν στους ανθρώπους των πόλεων.

Και όταν το μέρος είναι μικρό το κακό το βλέπεις στην μεγέθυνση του.

Τα τελευταία χρόνια μάλιστα ο «απλός τρόπος ζωής και η επιστροφή στις πραγματικές αξίες» έγινε ακόμα και μέσα στις πόλεις, κάτι σαν μόδα που πρέπει να ακολουθήσουν οι πάντες. Είναι ένα θέαμα λίγο αστείο και λίγο θλιβερό με την σωστή πάντα μουσική υπόκρουση. Σαγιονάρα και μούσι. Οικολογία και ανταλλαγή ρούχων. Εξορμήσεις στην φύση και αμπελοφιλοσοφίες. Μια μάσκα απλότητας που διαλύεται μέσα σε ένα λεπτό αν ξεχάσεις τον φορτιστή σου ή «πέσει» το instagram όπου γίνεται η καταγραφή αυτού του απλού τρόπου ζωής. Γελάω με αυτά όπως γελάω και με τον στιχουργό των σουξέ που προφασίζεται ότι κάνει ποίηση.

Ελάχιστες φορές μου έχει συμβεί να συναντήσω ανθρώπους που να έχουν ζήσει την ζωή τους με μια εντελώς διαφορετική φιλοσοφία. Είναι πάντα άνθρωποι μεγάλης ηλικίας που βρίσκονται προς το τέλος της ζωής τους. Πέρσι το καλοκαίρι, σε ένα πανηγύρι της Αμοργού, είχα συναντήσει έναν τέτοιο άνθρωπο. Είχε ζήσει όλη του την ζωή στο νησί. Θυμάμαι ακόμα τα λόγια αγάπης για την πεθαμένη γυναίκα του και την ηρεμία που έβγαζε το πρόσωπο του. Τέτοιοι άνθρωποι έρχονται ξαφνικά, από εκεί που δεν τους περιμένεις. Αισθάνεσαι ένα μικρό τσίμπημα όταν τους συναντάς. Σαν να διαπερνάει το κορμί σου για λίγα δευτερόλεπτα ηλεκτρικό ρεύμα.

Περίπου το ίδιο αισθάνθηκα πριν λίγο καιρό βλέποντας τους κατοίκους των απομονωμένων χωριών της Πίνδου στο «Μανάβη» του Δημήτρη Κουτσιαμπασάκου. Αυτή την απλότητα που δεν είναι προσποιητή, την ανοιχτή καρδιά μέσα σε ένα απομονωμένο μέρος, την αγάπη για τους ανθρώπους ακόμα και όταν είσαι αποκλεισμένος από αυτούς, την απουσία του περιττού στις ζωές τους και την καθαρή ματιά που βλέπουν τον κόσμο. Αυτοί ήταν και η αφορμή για το ποστ.

Πηγή: www.lifo.gr, 29 Ιουλίου 2013
http://www.lifo.gr/team/u653/40290

28.7.13

Πίσω από ένα Μικρό Σπίτι



Πίσω από ένα Μικρό Σπίτι
 
Η φωτογραφική σειρά του Ιταλού φωτογράφου Manuel Kosentino, με τίτλο “Behind a Little House” (ελλ: Πίσω από ένα Μικρό Σπίτι), αποτελείται από πολλές πανομοιότυπες φωτογραφίες του ίδιου σπιτιού. Ωστόσο, παραλλαγές στον χρόνο, τον καιρό και το φως δημιουργούν μεγάλη ποικιλομορφία, παράγοντας ένα πολύ όμορφο αποτέλεσμα.
Πηγή: www.lifo.gr, 27 Ιουλίου 2013
http://www.lifo.gr/team/u12124/40226



Behind a Little House Project: Dramatic Changes in Landscape Behind a Tiny House:
For his Behind a Little House Project Italian photographer Manuel Cosentino found an unsuspecting muse: a tiny nondescript house on an unexceptional hill. He returned to photograph the small building from the exact same location for nearly two years in order to capture the dramatic changes in weather and light that utterly changed the scenery just beyond the horizon. As part of a traveling exhibition the photos are mounted on a wall behind a book containing copies of a photo of the house against a white sky. Viewers are then invited to draw their own interpretation of what appears behind the little house. Via his artist statement:

The first photograph starts the series with a Big-Bang-like explosion and sets everything into motion, the last is a new beginning – it represents that piece of “carte blanche” that we are all given with our lives. By drawing in the book anyone is at the same time breathing life into it, keeping it alive page after page, and is also responsible for his or her contribution within a wider context.
 
The entire project is currently on view at Klompching Gallery in New York as part of their Annual Summer Show through August 10th.

http://imgur.com/a/MP6bQ

24.7.13

Η επανάσταση των σιωπηλών



Η επανάσταση των σιωπηλών.

Θα είναι μια επανάσταση βουβή, που θα στηρίζεται απλώς στην αλληλεγγύη των βλεμμάτων
Γιώργος Γραμματικάκης


Οι Σειρήνες όμως έχουν ένα όπλο πιο φοβερό και από το τραγούδι: τη σιωπή τους. Και πιθανότερο, παρόλο που δεν έτυχε ποτέ, θα ήταν να γλιτώσεις από το τραγούδι τους, παρά από τη σιωπή τους [Φραντς Κάφκα, Η σιωπή των σειρήνων].


Η επανάσταση που οραματίζομαι θα είναι μια επανάσταση των σιωπηλών. Δεν θα έχει σημαίες αναπεπταμένες, συνθήματα και ιδεολογικές διακηρύξεις. Θα είναι μια επανάσταση βουβή, που θα στηρίζεται απλώς στην αλληλεγγύη των βλεμμάτων. Θα ξεκινήσει από την απόλυτη, την οργισμένη σιωπή, και θα αποδώσει στον άνθρωπο ό,τι στερήθηκε, ό,τι ονειρεύθηκε, ό,τι ζήτησε με κραυγές -πριν επιλέξει τη σιωπή. Γιατί αυτή η σιωπή είναι η απόγνωση και η προσδοκία του. Δεν είναι αποδοχή, μήτε μοιρολατρία. Η σιωπή είναι το μέτρο της διαψευσμένης του ζωής, η πίκρα για τις επαγγελίες που ακυρώθηκαν, η οργή για την υποκρισία και το ψέμα. Η σιωπή είναι το ανώτερο στάδιο της πολιτικής ωριμότητας. Αν οδηγήσει στην επανάσταση, θα είναι μια επανάσταση αληθινή, αφού για πρώτη φορά δεν θα δεσμεύεται από τα λόγια της, θα δεσμεύεται μόνον από τα αισθήματά της. Η επανάσταση των σιωπηλών δεν απευθύνεται λοιπόν σε ορισμένες τάξεις κοινωνικές, ούτε υπόσχεται ευημερία και δικαιώματα. Υπόσχεται μόνον μια άλλη γλώσσα: Την ξεχασμένη γλώσσα της ειλικρίνειας και της ευθύνης. Δεν επιδιώκει την εξουσία, αφού όπως απέδειξε η Ιστορία αυτό οδηγεί στη βία και τον εκφυλισμό. Επιδιώκει, όμως, να αποδώσει στον άνθρωπο την εξουσία της ζωής του, να απαντήσει στη βουβή απόγνωση της σιωπής του. «Η επανάσταση», σχολίασε ο μέγιστος των θεωρητικών της, «συνιστά μια πνευματική αναταραχή, μέσω της οποίας μια ομάδα ανθρώπων επιδιώκει να θέσει νέα θεμέλια για την ύπαρξή της». Σε αυτήν λοιπόν την επανάσταση, που αναζητά αιωνίως τα θέμελιά της, δεν έχουν ίσως θέση οι ποιητές, μήτε οι φιλόσοφοι. Εχουν όμως θέση οπωσδήποτε οι άνεργοι. Ο φιλόσοφος προσπαθεί να καταλάβει τον κόσμο, ο ποιητής δημιουργεί τον δικό του. Ο άνεργος όμως τον στερείται εξ ορισμού. Η ανεργία αποτελεί τον παραλογισμό ενός πολιτισμού, που δεν παύει να επαίρεται για τις κατακτήσεις του. Ο παραλογισμός αυτός, αλλού μεταφράζεται στην πρόκληση της χλιδής, στον άνεργο σε ταπεινώσεις που δεν τελειώνουν. Ο άνεργος κατέφυγε στη σιωπή, επειδή κουράστηκε να ακούει για επενδύσεις και για τη μείωση της ανεργίας· που εξαιρεί ωστόσο πάντοτε τον ίδιο. Ο άνεργος είναι πια σιωπηλός, όχι επειδή θέλει να κρύψει την οργή του, αλλά επειδή δεν αντέχει να μιλήσει άλλο. Η σιωπή -που κρύβει την απόγνωση- χαρακτηρίζει ακόμα όσους νοιάζονται αληθινά για τα δεινά του περιβάλλοντος. Δεν είναι οι οικολόγοι: Οι οικολόγοι φλυαρούν χωρίς μέτρο, και αναζητούν διαρκώς άλλοθι στον εαυτό τους και την «ανάπτυξη». Στην επανάσταση των σιωπηλών, θα συμμετέχουν οι άλλοι: Οσοι γνωρίζουν ότι η ανάσα της φύσεως είναι το ίδιο σπουδαία με τη δική τους ανάσα, ότι τα τραύματά της αποτελούν τραύματα στο δικό τους σώμα και την ψυχή. Αν σήμερα η μόνη προσδοκία τους είναι η επανάσταση των σιωπηλών, είναι επειδή κουράστηκαν να καταγγέλουν: την ασίγαστη μανία καταστροφής σε παραλίες και δάση, τις απάνθρωπες πόλεις που στεγνώνουν τις ψυχές, τη θυσία του αιώνιου και του αναγκαίου στο εφήμερο και το ταπεινό. Η επανάσταση των σιωπηλών δεν υπόσχεται νόμους και διατάγματα, που θα αποβλέπουν στην «προστασία» του περιβάλλοντος. Θεωρεί, αντίθετα, ότι είναι ο άνθρωπος που πρέπει να προστατευθεί. Εκείνος -που σήμερα σιωπά με απόγνωση- και οι επίγονοί του. Το περιβάλλον είναι ανάγκη να παραμείνει όσο γίνεται υπερήφανο και ανέγγιχτο, επειδή μόνον έτσι ανθεί πράγματι η ζωή. Αλλιώς, θα πληθαίνουν οι απομιμήσεις και τα ομοιώματά της. Στην επανάσταση των σιωπηλών συμμετέχουν και όσοι είδαν το διαφορετικό κόσμο, που έπλασαν μέσα τους, να διαψεύδεται και να συντρίβεται. Μήτε μετάνιωσαν όμως, επειδή ο κόσμος τους είχε αξίες και ήθος, μήτε αλλάζουν. Στην επανάσταση των σιωπηλών, είναι σημαιοφόροι χωρίς σημαίες, πεζοπόροι χωρίς προμήθειες. Διαθέτουν την τιμιότητα του βλέμματος και μια παράδοξη αξιοπρέπεια. Ο κόσμος όμως που έπλασαν -που είχε αξίες και ήθος- είναι πάντοτε εκεί. Και απαιτεί το σεβασμό από όσους μιλούν εξ ονόματός του. Αυτοί οι σημαιοφόροι -χωρίς σημαίες- στην επανάσταση των σιωπηλών είναι η εγρήγορση και η συνείδησή της. Όσοι άλλωστε κατέφυγαν στη σιωπή δεν έπαυσαν να ονειρεύονται: τη δίκαιη συγκρότηση του κοινωνικού ιστού, την αύρα μιας παιδείας ουσιαστικής, την ενίσχυση των δημιουργικών δυνάμεων που εν είδει μικρής φωτιάς υπάρχουν στον καθένα. Αντί όμως να κερδίσουν τη μοναδικότητά τους, έγιναν αριθμοί και αποδέκτες. Αριθμοί σε πίνακες στατιστικής και σε μετρήσεις θεαματικότητας· αποδέκτες σε επίπλαστες ανάγκες και όμηροι μιας ανεξέλεγκτης προόδου. Κι ενώ τα στοιχεία και οι εξαγγελίες των πολιτικών μιλούν για τη διαρκή άνοδο του εθνικού εισοδήματος, εκείνοι αισθάνονται ότι το βιοτικό τους επίπεδο -με την έννοια του βίου, της ζωής- διαρκώς μειώνεται. Αυτός άλλωστε -εγώ ή εσείς- που οραματίζεται την επανάσταση των σιωπηλών, δεν ενδιαφέρεται αν επικριθεί ως ρομαντικός, μήτε αν καταταχθεί από τους εχέφρονες στους υπέρμαχους μιας ουτοπίας, από τις πολλές που γνώρισε η Ιστορία. Οι επικριτές της επανάστασης των σιωπηλών, συχνά φορτωμένοι με διπλώματα και κοινωνιολογικές περγαμηνές, αγνοούν την αξία της σιωπής, το εν δυνάμει επαναστατικό της περιεχόμενο. Τι άλλο όμως ήταν η εξέγερση του Πολυτεχνείου -για να αναφερθούμε στην επικαιρότητα- από μια κραυγή σπαρακτική, μια στιγμή επαναστάσεως ύστερα από χρόνια σιωπής; Η σιωπή υπήρχε από νωρίς στις διαψευσμένες προσδοκίες των νέων ανθρώπων, σερνόταν στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα και τους δρόμους της Αθήνας, μιλούσε με μουσικές και αθέατα δάκρυα. Η βία επιτάχυνε την έκφρασή της, τα τανκς προσπάθησαν να καλύψουν την απειλή της. Όσοι λοιπόν αμφισβητούν την επανάσταση των σιωπηλών, δεν μέτρησαν ποτέ την αξία της σιωπής, δεν έτυχε ποτέ να αντιληφθούν την εκρηκτική της δύναμη. Μήπως όμως και ο έρωτας δεν είναι ως επί το πλείστον σιωπή, μήπως μέσα στη σιωπή δεν πλάθει ο δημιουργός το έργο του; «Οι επαναστάσεις είναι τρελές εμπνεύσεις της Ιστορίας», έγραψε ένας σπουδαίος επαναστάτης, που δολοφονήθηκε μάλιστα από τους πρώην συντρόφους του στην εξορία. Η επανάσταση των σιωπηλών δεν θα είναι απλώς μια τρελή έμπνευση της ανθρώπινης ιστορίας. Θα είναι ίσως η συνέχεια και η αποθέωσή της.

Πηγή: Lifo.gr, 20 Ιουλίου 2013
http://www.lifo.gr/team/readersdigest/39997
Από το grafida.net
Φωτογραφία: Σπύρος Τσιλιγκιρίδης

5.7.13

ΕΕΚ: Να απορριφθεί η μήνυση των ναζιστών (συλλογή υπογραφών)




Αλληλεγγύη στους Σάββα Μιχαήλ και Κωνσταντίνο Μουτζούρη / 
Solidarité avec Savas Mikhail et Constantin Moutzouri
ΕΕΚ: Να απορριφθεί η μήνυση των ναζιστών

(συλλογή υπογραφών)

ΨΗΦΙΣΜΑ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Να απορριφθεί η μήνυση των ναζιστών – Να παύσει κάθε δίωξη κατά του γραμματέα του EEK Σάββα Mιχαήλ και του πρώην πρύτανη του EMΠ Kων/νου Mουτζούρη.
Η Ναζιστική «Χρυσή Αυγή» κατέθεσε το 2009, μετά τα βίαια επεισόδια που προκάλεσε στον Άγιο Παντελεήμονα Αθηνών, μηνυτήρια αναφορά εναντίον όλης της ελληνικής Αριστεράς, διαφόρων συλλογικοτήτων και μεμονωμένων προσωπικοτήτων, μαζί και κατά του Σάββα Μιχαήλ-Μάτσα, γενικού γραμματέα του ΕΕΚ, κατηγορώντας τον για μια προκήρυξη του ΕΕΚ που δημοσιεύτηκε στη Νέα Προοπτική και η οποία, σύμφωνα με τους Ναζί, ενέχονταν για «συκοφαντική δυσφήμιση», «διέγερση σε βιαιοπραγίες και αμοιβαία διχόνοια» και «διατάραξη της κοινής ειρήνης».
Αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2012, μετά από μια σειρά ομιλιών του Σάββα Μιχαήλ σε αντιφασιστικές εκδηλώσεις, οι Ναζί κυκλοφορούν στο διαδίκτυο ένα κατάπτυστο λίβελλο με φωτογραφίες του γραμματέα του ΕΕΚ και με το δολοφονικό αντισημιτικό κάλεσμα «Λιώστε το Εβραϊκό σκουλήκι». Λίγο πριν, τον Νοέμβριο του 2012, οι ελληνικές κρατικές εισαγγελικές αρχές δέχτηκαν την μήνυση της ΧΑ του 2009 και διέταξαν ανακρίσεις από την ΓΑΔΑ. Τώρα, τον Ιούνιο του 2013, παραπέμπουν σε δίκη, από όλο τον μακρύ κατάλογο των μηνυομένων, κατ’ επιλογή, τον Σάββα Μιχαήλ και τον πρώην Πρύτανη του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου κ. Kωνσταντίνο Μουτζούρη, τον οποίον κατηγορούν ότι επέτρεπε την λειτουργία του εναλλακτικού ιστότοπου Athens Indymedia από τον χώρο του Πολυτεχνείου. Η δίκη θα διεξαχθεί στο Πρώτο Mονομελές Πλημ/κείο Αθηνών στις 3 Σεπτεμβρίου 2013, στις 9 π.μ.
Καταγγέλλουμε αποφασιστικά το κυνήγι μαγισσών που οργανώνουν οι Ναζί με τη σύμπραξη των Ελληνικών αρχών και απαιτούμε την παύση της δίωξης του Σάββα Μιχαήλ, του πρώην πρύτανη κ. Μουτζούρη και όλων των αντιφασιστών.
Συλλογή υπογραφών εδώ.

-//-

RESOLUTION OF SOLIDARITY
To reject the Nazi lawsuit – To cease all charges against the Secretary of EEK Savvas Michail and the former Rector of the National Polytechnical University Konstantinos Moutzouris.
The Nazi “Golden Dawn” in 2009, after the violent incidents that caused to Agios Panteleimonas district of Athens, submitted a criminal complaint against the entire Greek Left, various collectives, individual personalities and also Savvas Michail Matsas, general secretary of ΕΕΚ, accusing him for a leaflet of EΕΚ published at Nea Prooptiki (EEK’s newspaper), which, according to the Nazis posed to “slandering”, “agitation to violence and mutual discord” and “breach of the public peace”.
Later, in December 2012, after a some series of speeches by Savvas Michail in antifascist events, the Nazis circulated on the internet a despicable libel with photos of the Secretary of EΕΚ with a murderous anti-Semitic call “Melt the Jewish worm”. Shortly before, in November 2012, the Greek state prosecutors accepted the lawsuit of the Golden Dawn in 2009 and ordered interrogations from the police headquarters in Athens. Now, in June 2013, they indict, from the entire long list of sued, by choice, Savvas Michail and the former Rector of the National Polytechnical University, Mr. Konstantinos Mountzouris, whom they accuse of allowing the operation of the alternative site Athens Indymedia from the University. The trial will be conducted at the First Single Criminal Court of Athens on September 3, 2013, at 9 am.
We decisively denounce the witch hunting organized by the Nazis in partnership with the Greek authorities and we demand the cessation of the persecution of Savvas Michail, of the former rector Mr. Mountzouris and of all the antifascists.
Vote here.

-//-
Grèce: l’antisémitisme fait-il la loi?
Une intervention de Michael Löwy
02.07.2013
Un marxiste juif est traîné devant les tribunaux, accusé par les nazis de les avoir «calomniés». Sommes-nous en Allemagne en 1933? Pas du tout: il s’agit de la Grèce «démocratique» (avec beaucoup de guillemets) de 2013… L’accusé en question s’appelle Savas Mikhail, brillant intellectuel et dirigeant d’une des organisations de la gauche marxiste-révolutionnaire grecque.
Savas Mikhail est un penseur a-typique et parfaitement «hors normes»: juif grec anti-sioniste et internationaliste, il est l’ auteur d’une œuvre considérable, inclassable, quelque part entre littérature, philosophie et lutte de classes, qui se distingue par l’originalité et le dynamisme de sa démarche. La première chose qui impressionne le lecteur de ses écrits c’est son immense culture: l’auteur connaît de près la Bible, le Talmud, la Kabbale, le théatre grec ancien, la littérature européenne, la philosophie française contemporaine, la poésie grecque moderne, Hegel et Marx – sans parler de Trotsky, sa principale boussole politique – on pourrait allonger la liste.
[...]
Savas Mikhail n’a jamais caché ses convictions anti-fascistes, et n’a pas cessé, ces dernières années, de dénoncer les activités néfastes de l’organisation néo-nazie «Aube Dorée» (Chryssi Avghi) – qui aurait dû s’appeler plutôt «Crépuscule Sanglant». Or, en 2009, cette organisation qui se réclame avec insistance de l’héritage du Troisième Reich, a présenté, devant la Justice grecque, un protocole d’accusation contre un grand nombre de personnalités de différents courants de la gauche et l’extrême-gauche grecque. Par décision du Procureur – nommé par le gouvernement hégemonisé par la droite néo-libérale – la police a convoqué en 2012 ces personnalités pour un interrogatoire. D’un commun accord ils ont tous refusé, mais ont envoyé des déclarations légale réfutant les accusations. Après examen de ses documents, le Procureur a décidé de traîner devant les tribunaux deux de ces personnes: Savas Mikhail et l’ancien doyen de l’Ecole Polytechnique, Constantin Moutzouri, accusé d’avoir permis à Indymedia, un media social alternatif, d’utiliser les installations de l’Ecole pour ses émissions. Savas Mikhail a été pour sa part accusé de «diffamation» envers les néo-nazis – pour les avoir traité de criminels – d’ «incitation à la violence» – pour avoir appelé à combattre le fascisme – et de «atteinte à la paix civile», pour avoir appelle, dans un tract, à manifester contre Chryssi Avghi. Pendant ce temps, les néo-nazis grecs menaient une campagne antisémite forcenée contre Savas Mikhail, en le dénonçant dans leurs moyens de communication comme «un agent de la conspiration juive mondiale contre la Nation grecque, pour provoquer une guerre civile et établir un régime judéo-bolchévique». Sinistre impression de déjà-vu…
[...]
Lire l’intégralité de l’article sur Mediapart.fr. Signez la pétition ici.
Πηγή: Μπλογκ «Ενάντια στον Αντισημιτισμό» 
http://enantiastonantisimitismo.wordpress.com/2013/07/05/solidarite-avec-savas-mikhail-et-constantin-moutzouri/
Posted on 05/07/2013 by DiKra

3.7.13

Στενή κουζίνα


Aπό την ταινία Kes του Κεν Λόουτς

Στενή κουζίνα.
Είναι τόσο ωραία τα πλάσματα όταν πετούν (ακόμα κι αν πετούν μακρυά μας!)
Στάθης Τσαγκαρουσιάνος



Συμβαίνει κάτι κάθε λίγα χρόνια που με αφήνει άναυδο. Έρχεται ένας κοκκινολαίμης στο παράθυρο της κουζίνας μου την ώρα που φτιάχνω καφέ. Την αυγή. Για δευτερόλεπτα. Κάθεται στο χείλος μιας γλάστρας με πιπεριές και με κοιτάει συστρέφοντας το κεφάλι του. Πονηρός. Σαν να καταλαβαίνει τι έχω.
Έχω ένα κόλλημα με ό,τι πετάει – από σπουργίτια έως αεροπλάνα. Μικρός είχα έναν τσαλαπετεινό. Πάπουζα τον λέμε στη Ζάκυνθο. Τον είχε φέρει ο πατέρας μου λαβωμένο από το κυνήγι. Τον έπλυνα, του έβαλα λάδι και τον έσωσα. Δειλά, άρχισε να πετάει. Δεν τον έβαλα ποτέ σε κλουβί. Πέταγε γύρω απ’ τον κήπο, καθόταν στα καλάμια της περγουλιάς. Ερχόταν όταν τον φώναζα και καθόταν στον ώμο μου. Έχω μια φωτογραφία στο πανηγύρι του Αγίου Λύπιου (εκεί που ο Σολωμός βάζει τον Ιερομόναχο Διονύσιο να μετράει στα δάχτυλα του ενός χεριού του τούς δίκαιους του κόσμου), κάτω από τις αιωνόβιες ελιές: ο πατέρας μου, δυο θείοι μου, η νόνα μου η Ελένη (όλοι νεκροί) κι εγώ με κοντά παντελόνια και τον πάπουζα κρατημένο στο στήθος. Το λοφίο σε πλήρη ανάπτυξη. Λάμπω από ευτυχία.
Αργότερα, είδα στο αριστουργηματικό Κες του Κεν Λόουτς την ίδια αγάπη ενός παιδιού της εργατικής Αγγλίας για το γεράκι του. Και διέκρινα ότι τέτοιο δέσιμο είναι χαρακτηριστικό των στριμωγμένων προσώπων. Ναι, ήμουν απόλυτα στριμωγμένος, πράγμα που έκανε εύφορη την εσωτερική μου ζωή (εύφορη -- όχι κατ’ ανάγκην ενδιαφέρουσα), και χωρίς να το καταλαβαίνω, στο πέταγμα του τσαλαπετεινού μου (ακόμα κι ενός καναρινιού που είχα αργότερα και το άφηνα επίσης ελεύθερο έξω από το κλουβί του!) λαχτάραγα τη δική μου ελευθερία και άπλα.
Είναι τόσο ωραία τα πλάσματα όταν πετούν (ακόμα κι αν πετούν μακρυά μας!). Σε ένα μικρό ξενοδοχείο που πάω στον Βόσπορο οι γλάροι έρχονται και αράζουν στο μπαλκόνι μου. Κάθονται σαν μπανιέρες με κίτρινα πόδια κότας, φρικαλέα πέλματα και περπάτημα γριάς κουτσομπόλας με οστεοπόρωση. Σιχαμένοι! Αλλά μετά εκτινάσσονται στον επιπόλαιο ουρανό του Σαββατόβραδου κι αρχίζουν αυτά τα αβαρή, ανάερα οχτάρια, που αν τα δεις με το κεφάλι γερτό, μοιάζουν με το σύμβολο του απείρου – και είναι όντως ένα διαμαντένιο θραύσμα του απείρου.
Εν πάση περιπτώσει, προχθές που ξύπνησα με πόνους από μια εγχείρηση που έκανα (όλα πήγαν καλά), πήγα να φτιάξω τον καφέ μου με αυτές τις σκέψεις που είναι καθαρές σαν λάμα και τις κάνεις μετά από κάθε εμπειρία πόνου (ή θανάτου) και όλες είναι μια δοξολογία της ύπαρξης. Και ήρθε πάλι ο παλιός κοκκινολαίμης στη γλάστρα με τις πιπεριές! Λιγότερο από 10 δεύτερα. Πλάγιασε το κεφάλι και με κοίταξε με το τεταμένο πονηρό μάτι του -- κι ήταν σαν να κοιτάει το μάτι του διαστήματος έναν άνθρωπο στην κουζίνα του που αναρρωνύει. Και να του δίνει δύναμη χύμα.
Στη στενή κουζίνα κάθισα και ήπια τον πρώτο καφέ της μέρας, εντελώς ήσυχος, εντελώς σίγουρος: όσο ζούμε, τίποτα δεν μπορεί να μας καθηλώσει. Είναι απλό – απλώνεις τα χέρια σου και πετάς.
Κι ό,τι θες, κάνεις. Από την αρχή κι από την αρχή ξανά.

Πηγή: www.lifo.gr, 19 Ιουνίου 2013
http://www.lifo.gr/mag/columns/5765

Η τηλεόραση ως ζηλωτική θεότητα



Η τηλεόραση ως ζηλωτική θεότητα
Σωτήρης Γουνελάς


Η τηλεόραση καθιερώθηκε να βομβαρδίζει ατέ­λειωτες ώρες και μερόνυχτα τον κοινωνικό μαζικό άνθρωπο με ό,τι χειρότερο συμβαίνει στον κόσμο· και μόνο παρενθετικά, σχεδόν κατ’ εξαίρεση, μπορεί να πα­ρουσιαστεί κάτι διαφορετικό ή ποιοτικό, συζήτηση, ταινία ή ντοκυμαντέρ. Το ποσοστό αυτών των τελευταίων σε σχέση με την καθημερινή σαβούρα είναι ελάχιστο. Η καθημερινή αυτή σαβούρα έχει και συνεργάτη σπουδαίο: τις διαφημίσεις.
Οι διαφημίσεις είναι το άλλοθι της σαβούρας. Γιατί μέσαθέ τους αναδύεται ένας γυαλιστερός, λουσάτος κόσμος: είτε πρόκειται για πιάτα, είτε για πλακάκια, είτε βεβαίως για αυτοκίνητα όλα αστράφτουν και επιπλέον έμμεσα ή άμεσα, σαν είδος σάλτσας ή επιδορπίου, προβάλλεται το γυναικείο σώμα ή κομμάτια του (μερικές φορές μάλιστα όχι απλώς έμμεσα ή άμεσα αλλά εξόχως προκλητικά και χυδαία). Το σώμα, όχι η γυναίκα ως ύπαρξη αλλά το σώμα της ως αυτονομημένο είδος προς ερεθισμό των αισθήσεων -και επιβολή του προϊόντος στους χαυνωμένους τηλεθεατές.
Έχουμε λοιπόν δύο επίπεδα: από τη μία την καθημερινή σαβούρα που αποδίδεται με τον όρο «πραγματικότητα», η οποία πρέπει τάχα να παρουσιαστεί σώνει και καλά για ενημέρωση του λαού και από την άλλη τον λουστρα­ρισμένο και αστραφτερό κόσμο της διαφήμισης που με τη σειρά του αποτελεί σαβούρα αλλά την κρύβει το ρούχο της, το κάλυμμα, το περιτύλιγμα, εν τέλει ο ψευδής ή μάλλον ψευδαισθητικός εικονισμός της: στη διαφήμιση όλα είναι ψεύτικα γιατί όλα είναι στημένα και σκηνοθετημένα.
Ένας τέτοιος κόσμος παγιώνει την κατάσταση του εξαρ­τημένου και μαζικού άνθρωπου. Γιατί ο μαζικός αυτός άνθρωπος παρακολουθώντας τα ΜΜΕ δεν βλέπει πουθενά εικόνες που να τον βγάζουν στο ξέφωτο μιας ποιοτικά ανώτερης ζωής. Είναι περικυκλωμένος διπλά. Από τη μια η ρου­τίνα της καθημερινότητας, όπου η πραγματικότητα κινείται μεταξύ εργασιομανίας, νεύρωσης και φυγής, ασφυκτικού ωραρίου και οικονομίας της αγοράς, πλαστών επιθυμιών και καταναλωτισμού-ολοκληρωτισμού. Από την άλλη, η πραγματικότητα των ΜΜΕ όπου τα πράγματα παρουσιά­ζονται διογκωμένα ή υπερτονισμένα, λόγω ανταγωνισμού και δημιουργίας εντυπώσεων, αλλά και επεξεργασμένα μέσα από ένα δημοσιογραφικό λόγο που κατέχεται από το πανίσχυρο σύνδρομο της λεγόμενης ενημέρωσης ανά λεπτό, ανά ώρα και ανά στιγμή για τα δήθεν τρομερά που συμβαίνουν στον κόσμο. Η ενημέρωση αυτή συνδυάζεται με την φυγοπάθεια της επικαιρότητας, η οποία, προπαντός από τότε που υπάρχει τηλεόραση στην Ελλάδα, δηλαδή επί Δικτατορίας, έχει καταστεί ο βραχνάς του κοινωνικού ανθρώπου: με αυτόν ξυπνάει και με αυτόν κοιμάται. Δεν τί­θεται ζήτημα κριτηρίων ή επιλογών. Αυτά είναι ψιλά γράμ­ματα αναγνώσιμα μόνο από δύο-τρεις χιλιάδες Έλληνες. Δεν τίθεται ζήτημα να επιλέξω αυτό ή εκείνο το σημείο της επικαιρότητας. Η επικαιρότητα υπάρχει ολόκληρη με απαι­τήσεις ζηλωτικής θεότητας. Θά την υποστούμε ολόκληρη: αυτή βασιλεύει, αυτή διεισδύει εις νεφρούς και καρδίας, αυτή ανασκάβει τα πάντα· ο φακός, ειδικά τελευταία, δεν αφήνει τίποτε στο σκοτάδι!
Έτσι άλλωστε φτάνουμε στην κατάργηση της προσω­πικής ζωής, με πρότυπο τον «Μεγάλο Αδελφό» (και ό,τι άλλο σχετικό τον διαδέχτη­κε και συνεχίζει ακάθεκτο) που οι εκπομπές του μόνο στην Ελλάδα είχαν οχτώ εκατομμύρια τηλεθεατές! Είναι τέτοια η επέλαση της επικαιρότητας στη ζωή των ανθρώπων που δεν έχουν σχεδόν καθόλου χρόνο για το μη επίκαιρο, δηλαδή για τα αληθινά και ουσιαστικά ζητήματα. Οι άνθρωποι νο­μίζουν στην πλειονότητά τους ότι η πραγματικότητα είναι οι οικονομικοί δείκτες, οι αποφάσεις των πολιτικών και των δημάρχων, τα τρομερά δημόσια έργα, τα μαγειρέματα των επιχειρηματιών, οι συγ­χωνεύσεις εταιρειών. Αυτό που μένει από τους ίδιους είναι ένα ατομικοποιημένο εγώ προσκολλημένο σα στρείδι στα επίγεια, με ένα συναισθηματισμό νοσηρό, με μια διάθεση άμεσης ικανοποίησης επιθυμιών χωρίς ίχνος τις πιο πολλές φορές πνευματικής αίσθησης κι ας μιλούμε δύο χιλιάδες χρόνια τουλάχιστον για τον άνθρωπο ως πνευματική υπό­σταση και για τις διάφορες περιοχές του πνεύματος.Έχουν λησμονήσει ότι αποτελούν προσωπική ύπαρξη, ότι η ζωή τους όταν μείνει εγκλωβισμένη στα εγκόσμια παραδίνεται στην πλήξη και τη νεύρωση.


Πηγή: (Από το βιβλίο «Ο αντιχριστιανισμός», εκδ. Αρμός, Αθήνα 2009), περιοδικό «Πειραϊκή Εκκλησία» Δεκ. 2009,
Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα του «Αντίφωνου», 22 Ιουνίου 2013
http://www.antifono.gr/portal/%CE%A0%CF%81%CF%8C%CF%83%CF%89%CF%80%CE%B1/%CE%93%CE%BF%CF%85%CE%BD%CE%B5%CE%BB%CE%AC%CF%82-%CE%A3%CF%89%CF%84%CE%AE%CF%81%CE%B7%CF%82/%CE%93%CF%81%CE%B1%CF%80%CF%84%CF%8C%CF%82-%CE%9B%CF%8C%CE%B3%CE%BF%CF%82/4004-i-tileorasi-os-zilotiki-theotita-28.html